Ο θυρεοειδής αδένας αποτελεί τον μεγαλύτερο και πιο σημαντικό ίσως από τους ενδοκρινείς αδένες στο ανθρώπινο σώμα. Βρίσκεται στο πρόσθιο τμήμα του τραχήλου, πάνω από το λεγόμενο μήλο του αδάμ. Ο συγκεκριμένος αδένας βρίσκεται πλησίον πολύ ευαίσθητων ανατομικών δομών και οργάνων που εντοπίζονται στο μπροστινό τμήμα του λαιμού, όπως ο λάρυγγας, η τραχεία, ο οισοφάγος, οι καρωτίδες, οι έσω σφαγίτιδες φλέβες και τα λαρυγγικά νεύρα. Όταν αναπτυχθούν καρκινικοί όγκοι στον θυρεοειδή αδένα, κρίνεται επιτακτική η έγκαιρη διάγνωση και αντιμετώπισή της πάθησης. Η θεραπευτική αντιμετώπιση συνιστάται στη διενέργεια χειρουργικής επέμβασης με αφαίρεση ολόκληρου ή τμήματος του θυρεοειδούς αδένα. Η επέμβαση αυτή ονομάζεται ολική ή μερική θυροειδεκτομή αντίστοιχα.

Σε περιπτώσεις ύπαρξης άλλων παθήσεων του θυρεοειδούς αδένα, όπως η μεγάλου μεγέθους ή πολυοζώδης βρογχοκήλη, η οποία προκαλεί συμπτώματα όπως δυσφορία, δυσκολία στην αναπνοή ή στην κατάποση, η αφαίρεση ολόκληρου ή μέρους του θυρεοειδούς αδένα αποτελεί τη συνιστώμενη θεραπευτική μέθοδο. Παράλληλα, ο εντοπισμός απροσδιόριστων ή ύποπτων όζων του θυρεοειδούς, οι οποίοι δεν μπορούν να αναγνωριστούν ως καρκινικοί ή μη μετά από εξέταση δείγματος από βιοψία με λεπτή βελόνα, ενδέχεται να χρήζει χειρουργικής αντιμετώπισης με θυρεοειδεκτομή εάν υπάρχει αυξημένος κίνδυνος κακοήθειας.

Εάν το μέγεθος των όζων του θυρεοειδούς είναι αρκετά μεγάλο ή έχει διαπιστωθεί η ύπαρξη καρκινικών κυττάρων, συνιστάται η ολική θυροειδεκτομή. Η επέμβαση πραγματοποιείται με γενική αναισθησία, όπου στη συνέχεια ο χειρουργός διενεργεί μια οριζόντια τομή περίπου 4 εκατοστών στην περιοχή του τραχήλου. Πραγματοποιείται αποκόλληση του θυρεοειδούς αδένα από την τραχεία και απολίνωση των περιβάλλοντων αγγείων, προς αποφυγή εκδήλωσης αιμορραγίας.

Σε αρκετές περιπτώσεις η θεραπεία για τον καρκίνο του θυρεοειδούς περιλαμβάνει, εκτός από την ολική θυροειδεκτομή, και ριζικό λεμφαδενικό καθαρισμό. Η αφαίρεση των λεμφαδένων που εντοπίζονται πλησίον της περιοχής του τραχήλου έχει ιδιαίτερη ένδειξη στην περίπτωση θηλώδους ή μυελοειδούς καρκινώματος, τα οποία παρουσιάζουν συχνά μετάσταση στους λεμφαδένες. Σε αυτή την περίπτωση, η τομή που διενεργείται επεκτείνεται με ανάλογο τρόπο, ώστε η επέμβαση να στεφθεί με επιτυχία και να αποφευχθούν μελλοντικές υποτροπές του καρκίνου.

Η ολική θυρεοειδεκτομή αποτελεί μια επέμβαση που απαιτεί λεπτομερείς χειρισμούς εξαιτίας της ευαίσθητης ανατομικής θέσης του θυρεοειδούς αδένα, ο οποίος γειτνιάζει με εξαιρετικά λεπτές και εξάρχοντος σημασίας ανατομικές δομές της περιοχής του τραχήλου, όπως τα νεύρα του λάρυγγα, από τα οποία διέρχονται οι φωνητικές χορδές. Κατά συνέπεια, η χειρουργική επέμβαση για την αφαίρεση ολόκληρου του θυρεοειδούς αδένα είναι σημαντικό να διενεργείται από έμπειρο χειρουργό με άριστη γνώση των ευαίσθητων ανατομικών δομών της πάσχουσας περιοχής.

Για να αποφευχθούν σημαντικές επιπλοκές από την πραγματοποίηση της επέμβασης όπως ο τραυματισμός του υποτροπιάζοντος λαρυγγικού νεύρου, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει στην παράλυση των φωνητικών χορδών. Για την αποφυγή της συγκεκριμένης επιπλοκής, χρησιμοποιείται η μέθοδος της διεγχειρητικής νευροπαρακολούθησης. Ο Γενικός Χειρουργός Ωρωπός Δρ. Γεώργιος Κοροβέσης πραγματοποιεί τη συγκεκριμένη διαδικασία με τη χρήση νευροδιεγέρτη, ο οποίος επιτρέπει την επιβεβαίωση της λειτουργικής ακεραιότητας του υποτροπιάζοντος λαρυγγικού νεύρου καθώς και τη διευκόλυνση της αναγνώρισής του πριν από την οπτικοποίηση κατά τη διάρκεια της επέμβασης. Σε αυτό το πλαίσιο, η παρακολούθηση τόσο της προκεκλημένης όσο και της αυθόρμητης ηλεκτρομυογραφικής δραστηριότητας του φωνητικού μυός μειώνει σημαντικά την πιθανότητα τραυματισμού.

Η ολική θυροειδεκτομή διαρκεί περίπου 2 ώρες και ο ασθενής παραμένει στην κλινική για μία ημέρα, ενώ η επάνοδος στις καθημερινές δραστηριότητες πραγματοποιείται μετά την πάροδο μερικών ημερών. Επειδή ο θυρεοειδής αδένας έχει αφαιρεθεί εξ ολοκλήρου, στον ασθενή χορηγείται φαρμακευτική αγωγή θυρεοειδικής ορμόνης με χάπι θυροξίνης, την οποία ακολουθεί εφ’ όρου ζωής. Παράλληλα, στον ασθενή με καρκίνο του θυρεοειδούς χορηγείται στο τέλος της χειρουργικής θεραπείας ραδιενεργό ιώδιο, ώστε να εξαλειφθούν τυχόν εναπομείναντα καρκινικά κύτταρα.