Το χειρουργείο αποτελεί τη μέθοδο εκλογής για τη θεραπεία του καρκίνου του παχέος εντέρου και συνοδεύεται σε ορισμένες περιπτώσεις, ανάλογα με το στάδιο και την εντόπιση του καρκινικού όγκου, από ακτινοβολία και χημειοθεραπεία. Πέρα από το ανοιχτό χειρουργείο, μπορούν να χρησιμοποιηθούν λαπαροσκοπικές μέθοδοι για τη θεραπευτική αντιμετώπιση της συγκεκριμένης μορφής καρκίνου. Αυτό σημαίνει ότι αντί να πραγματοποιηθεί η κολεκτομή μέσω μιας μόνο μεγάλης τομής, ένας χειρουργός μπορεί να διενεργήσει την επέμβαση μέσω πολλών μικρότερων τομών χρησιμοποιώντας ειδικά εργαλεία για μια ελάχιστα επεμβατική προσέγγιση. Η επέμβαση αυτή ονομάζεται λαπαροσκοπική κολεκτομή.

Κατά τη χειρουργική επέμβαση για την αντιμετώπιση του καρκίνου του παχέος εντέρου αφαιρείται συνήθως το τμήμα του παχέος εντέρου που περιέχει τον όγκο, ενώ πραγματοποιείται και ριζικός λεμφαδενικός καθαρισμός, δηλαδή απομακρύνονται οι λεμφαδένες της περιοχής, για την εξασφάλιση της βέλτιστης πρόγνωσης. Η επέμβαση αυτή ονομάζεται κολεκτομή, και ανάλογα με το αν αφαιρείται ολόκληρο το παχύ έντερο ή ένα τμήμα αυτού διακρίνεται σε ολική ή μερική. Σε περίπτωση που ο καρκίνος εντοπίζεται στο ορθό, δηλαδή το τελευταίο τμήμα του παχέος εντέρου, τότε πραγματοποιείται χαμηλή πρόσθια εκτομή του ορθού. Σε περίπτωση που ο όγκος εντοπίζεται πλησίον του πρωκτικού σφιγκτήρα, πραγματοποιείται κοιλιοπερινεϊκή εκτομή του ορθού. Οι επεμβάσεις αυτές για την αντιμετώπιση του καρκίνου του παχέος εντέρου και του ορθού διενεργούνται πλέον στην πλειοψηφία τους λαπαροσκοπικά.

Στην περίπτωση που ο καρκίνος του παχέος εντέρου αντιμετωπιστεί με λαπαροσκοπική κολεκτομή, ο Ο Γενικός Χειρουργός Ωρωπός Δρ. Γεώργιος Κοροβέσης πραγματοποιεί αρκετές μικρές τομές στο κοιλιακό τοίχωμα. Ένα λαπαροσκόπιο, το οποίο είναι ένα μακρύ, λεπτό όργανο με κάμερα και φως στην άκρη, εισάγεται σε μία από τις τομές για να επιτρέψει στον χειρουργό να αποκτήσει ορατότητα στο σημείο όπου εντοπίζεται η πάσχουσα παθολογία. Μέσω των υπολοίπων τομών, ο χειρουργός χρησιμοποιεί μικρά χειρουργικά εργαλεία για να αφαιρέσει το καρκινικό τμήμα του παχέος εντέρου. Έπειτα, πραγματοποιείται αναστόμωση των δύο υγιών άκρων του παχέος εντέρου μεταξύ τους, χωρίς να χρειαστεί σε πολλές περιπτώσεις η δημιουργία κολοστομίας, δηλαδή η σύνδεση του άνω άκρου του παχέος εντέρου με ένα άνοιγμα στο δέρμα της κοιλιάς, είτε για προσωρινό χρονικό διάστημα είτε μόνιμα.

Σε περίπτωση που ο καρκίνος του παχέος εντέρου αντιμετωπιστεί με λαπαροσκοπική επέμβαση, παρέχονται σημαντικά πλεονεκτήματα στον ασθενή συγκριτικά με το ανοιχτό χειρουργείο. Πιο συγκεκριμένα, μειώνεται σημαντικά ο μετεγχειρητικός πόνος, καθώς το μέγεθος των τομών είναι πολύ μικρό, και ο ασθενής παρουσιάζει βελτιωμένη μετεγχειρητική ανάρρωση και συνολική πορεία. Εξέρχεται σύντομα από το νοσοκομείο κι επιστρέφει γρήγορα στις καθημερινές του δραστηριότητες, ενώ το αισθητικό αποτέλεσμα είναι σαφώς βελτιωμένο. Παράλληλα, μειώνεται η πιθανότητα εμφάνισης μετεγχειρητικών επιπλοκών όπως αιμορραγία ή ανάπτυξη λοίμωξης. Η προβολή της πάσχουσας περιοχής και των χειρουργικών χειρισμών σε οθόνη υψηλής ευκρίνειας και η βελτιωμένη πρόσβαση, μέσω του λαπαροσκοπίου, στην κοιλιακή χώρα, παρέχει βελτιωμένη διάγνωση διεγχειρητικά.