Το σύνδρομο κοιλιακών προσαγωγών ή αλλιώς κήλη του αθλητή προκαλείται από την εξασθένηση και τον τραυματισμό των μαλακών ιστών της βουβωνικής περιοχής. Προκαλείται εξαιτίας της υπερβολικής καταπόνησης των μυών, των τενόντων και των συνδέσμων που βρίσκονται στη βουβωνική χώρα αλλά και των προσαγωγών μυών συνήθως κατά τη διεξαγωγή έντονων αθλητικών δραστηριοτήτων. Η συγκεκριμένη πάθηση είναι αρκετά σύνθετη, και σε αρχικά στάδια γίνεται προσπάθεια να αντιμετωπιστεί με συντηρητικές μεθόδους, όπως αποχή από τις αθλητικές δραστηριότητες, λήψη αντιφλεγμονωδών φαρμάκων και φυσικοθεραπεία. Ωστόσο, αν δεν υποχωρήσουν με αυτό τον τρόπο τα συμπτώματα, τότε προτείνεται χειρουργική θεραπεία. Αυτή πραγματοποιείται στην πλειοψηφία των περιπτώσεων με τη λαπαροσκοπική επέμβαση του συνδρόμου κοιλιακών προσαγωγών ή της κήλης του αθλητή.

Η λαπαροσκοπική επέμβαση το μπορεί να πραγματοποιηθεί με διαφορετικές μεθόδους, η κατάλληλη εκ των οποίων επιλέγεται προσεκτικά ανάλογα με την περίπτωση. Η βασική διαφορά των δύο αυτών χειρουργικών επεμβάσεων είναι η επιλογή ή αποφυγή της εισόδου

Η λαπαροσκοπική επέμβαση της κήλης του αθλητή ομοιάζει σημαντικά με την επέμβαση για την αποκατάσταση της βουβωνοκήλης, και συνιστά ελάχιστα επεμβατική μέθοδο. Υπάρχουν δύο λαπαροσκοπικές τεχνικές για τη διεξαγωγή της συγκεκριμένης επέμβασης, η καταλληλότερη εκ των οποίων επιλέγεται κατόπιν προσεκτικής μελέτης της κάθε περίπτωσης ξεχωριστά. Οι πιο διαδεδομένες λαπαροσκοπικές χειρουργικές τεχνικές για την αποκατάσταση του συνδρόμου κοιλιακών προσαγωγών είναι η λαπαροσκοπική μέθοδος TAPP (Transabdominal Preperitoneal Repair) και η ενδοσκοπική τεχνική TEP (Totally Extraperitoneal Repair). Παράλληλα, ενδείκνυται η τοποθέτηση ειδικού συνθετικού πλέγματος στην πάσχουσα περιοχή του κοιλιακού τοιχώματος.

Η λαπαροσκοπική τεχνική TAPP διεξάγεται με την είσοδο στην περιτοναϊκή κοιλότητα, ενώ η ενδοσκοπική τεχνική TEP πραγματοποιείται με την αποφυγή της πρόσβασης σε αυτή. Η ενδοσκοπική μέθοδος (TEP) με εξωπεριτοναϊκή προσπέλαση προτιμάται, καθώς πραγματοποιούνται τρεις μικροσκοπικές τομές με μέγιστο μέγεθος 1 εκατοστό απευθείας στην επιφάνεια του κοιλιακού τοιχώματος, στην περιοχή ανάμεσα στους μύες και το περιτόναιο, χωρίς να πραγματοποιούνται τομές στην κοιλιακή κοιλότητα. Έπειτα, πραγματοποιείται ενίσχυση των κοιλιακών μυών, παρόμοια με τη χειρουργική επέμβαση για μια συμβατική κήλη.

Η ενίσχυση των εξασθενημένων και τραυματισμένων μυών του κοιλιακού τοιχώματος πραγματοποιείται με την εφαρμογή ενός λεπτού συνθετικού πλέγματος, στο οποίο ασκείται πλέον η ενδοκοιλιακή πίεση. Με αυτό τον τρόπο, οι μαλακοί ιστοί του κοιλιακού τοιχώματος παύουν να καταπονούνται ώστε να επουλωθούν σταδιακά. Επιπλέον, η αποκατάσταση της ισορροπίας των μυών σε όλη τη λεκάνη μπορεί επίσης να είναι χρήσιμη. Αυτό επιτυγχάνεται με την απελευθέρωση ορισμένων από τους μύες στη βουβωνική χώρα οι οποίοι προσκολλώνται στη λεκάνη. Η συγκεκριμένη μικροεπέμβαση ωστόσο πραγματοποιείται συνήθως σε προχωρημένα στάδια της πάθησης.

Η λαπαροσκοπική επέμβαση του συνδρόμου κοιλιακών προσαγωγών προσφέρει σαφώς βελτιωμένα αποτελέσματα μετά το πέρας της επέμβασης, καθώς ελαχιστοποιείται ο μετεγχειρητικός πόνος, ενώ επιταχύνεται ο ρυθμός ανάρρωσης του ασθενούς. Η συγκεκριμένη επέμβαση παράλληλα προσφέρει άριστα αισθητικά αποτελέσματα, εξαιτίας του μικροσκοπικού μεγέθους των τομών. Σημαντικό πλεονέκτημα για έναν αθλητή αποτελεί η δυνατότητα που προσφέρει η λαπαροσκοπική επέμβαση του συνδρόμου κοιλιακών προσαγωγών για επιστροφή στις αθλητικές δραστηριότητες σε διάστημα 7 έως 10 ημερών μετά το πέρας της επέμβασης.