Η γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση (ΓΟΠ) είναι μια πεπτική διαταραχή που εμφανίζεται όταν το περιεχόμενο του στομάχου παλινδρομεί επαναλαμβανόμενα στον οισοφάγο. Το περιεχόμενο που παλινδρομεί προς τον οισοφάγο είναι συνήθως οξέα του στομάχου, προκαλώντας βλάβες στο τοίχωμα του οισοφάγου και δυσάρεστα για τον ασθενή συμπτώματα. Η πάθηση αυτή επηρεάζει άτομα όλων των ηλικιών, από βρέφη έως ενήλικες προχωρημένης ηλικίας.
Η γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση επηρεάζει τον κατώτερο οισοφαγικό σφιγκτήρα, δηλαδή τον μυϊκό δακτύλιο μεταξύ του οισοφάγου και του στομάχου. Όταν ο κατώτερος οισοφαγικός σφιγκτήρας λειτουργεί κανονικά, κλείνει κατά τη διαδικασία της πέψης ώστε να εμποδίσει την τροφή και τα οξέα του στομάχου να παλινδρομήσουν προς τον οισοφάγο. Ωστόσο, εάν ο μυϊκός αυτός δακτύλιος είναι αδύναμος ή παρουσιάζει χαλάρωση, τότε επιτρέπει στο περιεχόμενο του στομάχου να ρέει στον οισοφάγο.
Η συγκεκριμένη πάθηση αναπτύσσεται συνήθως ως συνέπεια της υιοθέτησης επιβαρυντικών διατροφικών συνηθειών. Πιο συγκεκριμένα, ορισμένες τροφές, όπως τα τηγανητά και λιπαρά φαγητά, τα μπαχαρικά, η σοκολάτα, τα αναψυκτικά, ο καφές, το αλκοόλ, οι όξινοι χυμοί, όπως του πορτοκαλιού επιβαρύνουν την φυσιολογική λειτουργία του κατώτερου οισοφαγικού σφιγκτήρα. Παράλληλα, βλαβερές συνήθειες όπως το κάπνισμα σε συνδυασμό με το αυξημένο σωματικό βάρος ή την παχυσαρκία αποτελούν παράγοντες εκδήλωσης της πάθησης. Η αυξημένη ενδοκοιλιακή πίεση εξαιτίας πλήθους παραγόντων όπως η βαριά χειρωνακτική εργασία, η άρση βαρών, το υπερβολικό σωματικό βάρος, μπορεί να προκαλέσει την εκδήλωση διαφραγματοκήλης. Η γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση αποτελεί το βασικό σύμπτωμα της συγκεκριμένης μορφής κήλης.
Τα συμπτώματα που υποδηλώνουν την ύπαρξη γαστροοισοφαγικής παλινδρόμησης είναι η αναγωγή οξέος με το αίσθημα όξινης γεύσης μετά το φαγητό, η δυσκολία και ο πόνος κατά την κατάποση, ο χρόνιος πονόλαιμος ή η χρόνια λαρυγγίτιδα, η εκδήλωση βραχνάδας στη φωνή, η φλεγμονή των ούλων, η δυσοσμία της αναπνοής, ο επαναλαμβανόμενος ή χρόνιος βήχας, το άσθμα ή και ο πόνος στο στήθος.
Η διάγνωση της πάθησης πραγματοποιείται μέσω της γαστροσκόπησης, όπου εντοπίζεται η αδυναμία της φυσιολογικής σύγκλεισης του κατώτερου οισοφαγικού σφιγκτήρα ή η ύπαρξη διαφραγματοκήλης. Παράλληλα, ελέγχεται η περιοχή του οισοφάγου προκειμένου να εντοπιστεί η ύπαρξη φλεγμονής. Σε πρώτο στάδιο, η γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση αντιμετωπίζεται συντηρητικά. Χορηγείται φαρμακευτική αγωγή με μη συνταγογραφούμενα αντιόξινα, αναστολείς υποδοχέων ισταμίνης ή αναστολείς της αντλίας πρωτονίων για τη θεραπεία της παλινδρόμησης ή την ανακούφιση των συμπτωμάτων.
Παράλληλα, συνιστώνται αλλαγές στις διατροφικές συνήθειες, με την κατανάλωση μικρών και συχνών γευμάτων, την αποφυγή επιβαρυντικών τροφών και την κατάκλιση αμέσως μετά το γεύμα, ενώ προτείνεται η μείωση του σωματικού βάρους και η αποφυγή της άρσης βαρέων αντικειμένων. Εάν τα συμπτώματα δεν παρουσιάσουν υποχώρηση με τη συντηρητική θεραπεία, τότε προτείνεται χειρουργική επέμβαση για την αντιμετώπιση της πάθησης, ιδίως αν η γαστροοισοφαγική παλινδρόμηση έχει προκληθεί εξαιτίας της εμφάνισης διαφραγματοκήλης. Η επέμβαση που χρησιμοποιείται ευρέως για τη θεραπεία και των δύο αυτών παθήσεων είναι η λαπαροσκοπική θολοπλαστική.